Τα μοναστήρια της Κέρκυρας του Δημήτρη Ταλιάνη, εκδ. Τοπίο




Το κείμενο  αναδημοσιεύεται από το Culturenow.gr
http://www.culturenow.gr/topics/%CE%A4%CE%B1_%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%9A%CE%AD%CF%81%CE%BA%CF%85%CF%81%CE%B1%CF%82,_%CF%86%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%BA%CF%8C_%CE%BB%CE%B5%CF%8D%CE%BA%CF%89%CE%BC%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%AE%CF%84%CF%81%CE%B7_%CE%A4%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%B7.html
                                                                                                                    της Τέσυς Μπάιλα

«Τα ειδικά χαρακτηριστικά της φωτογραφικής τέχνης είναι καθαρώς ορισμένα και αποκλειστικά δικά της. Τα δε εκφραστικά της μέσα είναι άφθονα. Εξαίσια διαύγεια και γραμμική λεπτομέρεια είναι στη διάθεσή της, σαν της χρειασθούν για να ξεχωρίσει πιο έντονα μορφές και επιφάνειες. Μα όλα αυτά πρέπει να είναι κάτω από τον έλεγχο του ταλέντου για να δημιουργήσουν ένα ξεχωριστό φωτογραφικό έργο».
Με αυτά τα λόγια ο Δημήτρης Χαρισιάδης ορίζει τη φωτογραφία ως τέχνη το 1938. Με αυτά τα λόγια κατά νου, ο Δημήτρης Ταλιάνης, διαθέτοντας αναμφίβολα τον έλεγχο του ταλέντου, κάμποσα χρόνια αργότερα, καταγράφει με τη δύναμη της προσωπικής του ματιάς τη μουσική των χρωμάτων, τους ήχους της σιωπής, την ασκητική αφθονία της αρχιτεκτονικής, όλα όσα συνθέτουν τη βιωμένη εμπειρία στον ασκητικό κόσμο του μοναχισμού και καταθέτει σε έναν πολυτελές τόμο, που κυκλοφορείται από τις εκδόσεις Τοπίο με τίτλο Τα μοναστήρια της Κέρκυρας, όλα όσα ο φωτοευαίσθητος φακός της ψυχής του συνέλεξε.
Πρόκειται για έναν τόμο 225 φωτογραφιών με κείμενα των π. Γεωργίου Μεταλληνού, μοναχού Μωυσή Αγιορείτη, π. Νεκταρίου Αντωνόπουλου, π. Μεθοδίου Κρητικού, π. Θεμιστοκλή Μουρτζανού, Μοναχής Ευφημίας, καθηγ. Παναγιώτη Σκαλτσή και καθηγ. Νικολάου Ξιώνη και φωτογραφίες του Δημήτρη Ταλιάνη. Τον τόμο προλογίζουν ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Ιερώνυμος, ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων Αλφέγιεφ και ο Σεβ. Μητροπολίτης Κερκύρας κ. Νεκτάριος.


Επί της ουσίας όμως πρόκειται για μια φωτογραφική κατάθεση που σκηνοθετεί έναν ολόκληρο και για τους περισσότερους ανεξερεύνητο κόσμο, τον κόσμο του μοναχισμού, έτσι όπως καταγράφεται τις διονυσιακές ώρες ή τις σκοτεινές εκείνες ελεγειακές της νύχτας. Στα χωράφια των μονών ή στις Τράπεζες, στα Καθολικά ή στους προαύλιους χώρους ο αναγνώστης-θεατής τούτου του βιβλίου θα δει μπροστά στα μάτια του να εκτυλίσσονται εικόνες μιας άλλης ζωής, καθώς θα περιδιαβαίνει μαζί με τον φωτογράφο στις είκοσι μονές της Κέρκυρας.
Μοιάζει ο φωτογράφος να έχει ανοίξει ένα διάλογο μαζί τους και καταγράφει τις αφηγήσεις τους με το φωτογραφικό του φακό προσδιορίζοντας ταυτόχρονα τις οπτικές εντυπώσεις που δημιουργούν οι ατέλειωτες εκτάσεις θάλασσας, τα κουρνιασμένα σε πράσινες αγκαλιές μοναστήρια, η ποιητική ενός θάλλοντος ορίζοντα. Έτσι η φωτογραφία γίνεται η αφορμή για ένα ποιητικό ταξίδι σε μια αισθητική διάσταση κι ο αναγνώστης θα συναισθανθεί να ξεδιπλώνεται γύρω του όλη η συσσωρευμένη μέσα στο λεύκωμα αυτό μαγεία των εικόνων.


Ασκητικές μορφές, λαξεμένες από το χρόνο και την προσευχή, με την ηρεμία της ευνουχισμένης επιθυμίας στα υγρά μάτια τους, μοναχικές, μαυροντυμένες φιγούρες που βηματίζουν αργά και γύρω τους η φύση παίζει κρυφτό με το φως ή την ομίχλη, καλωσορίζοντάς τες. Ο γέροντας που ξεκουράζεται ξεφυλλίζοντας ένα βιβλίο, μια αίθουσα μαθητευόμενων αγιογράφων,  καθισμένων μπροστά από τα καβαλέτα τους. Η σιωπή μιας άηχης λειτουργίας που συντελείται με ευλάβεια μέσα στο τοξοτό Καθολικό ενός ναού γεμάτου αγιογραφίες. Τρία ζευγάρια χέρια να ευλογούν τον ‘άρτο ημών τον επιούσιο’ υπό το φως των κεριών. Ο φακός εστιάζει στα χέρια. Παίζει μαζί τους. Χέρια ροζιασμένα, τραχιά, δουλεμένα. Χέρια που μαρτυρούν την καλοσύνη αλλά και την ηλικία των κατόχων τους. Μια σκιά μοναχού που στέκεται μπροστά από το ανοιχτό παράθυρο του ορίζοντα και μαγνητισμένος κοιτά τη θάλασσα, αγναντεύοντας τη γαλανή της ελευθερία. Μια μοναχή με την ασύγκριτη μελαγχολία ζωγραφισμένη στο γεροντικό της χαμόγελο κοιτάζει έξω από το κάδρο και σιωπά. Ένα πεύκο κουρασμένο να κρύβει στη σκιά του, ποιος ξέρει πόσους χρόνους, ένα μικρό καμπαναριό. Μια θάλασσα ασύσπαστη που μετρά πόση ζωή εθίστηκε στην εξάρτηση της στέρησης και της προσευχής και σημαδεύει με τη διάθλασή της ολόισια το καταπράσινο τοπίο της Κέρκυρας.


Ο φωτογράφος κατορθώνει να σταθεί απέναντί τους και με διακριτικότητα να αιχμαλωτίσει στη χάρτινη ακινησία του χρόνου αυτές τις μορφές, χωρίς η εισβολή του στο προσωπικό τους χώρο να τους τρομάξει. Απεναντίας, μοιάζουν τα μοντέλα του να χαίρονται τη συντροφιά του ή και να την αγνοούν, νιώθοντας τελικά ασφάλεια σ’ αυτό που με τόση σιγουριά κάνει. Καταγράφει το βλέμμα τους περισσότερο για να δείξει μέσα από αυτό τη σκέψη τους ή και την πίστη τους και ο θεατής αναμετρά τις προσωπικές ιστορίες και τους ξεχασμένους πόθους που κρύβονται καλά μέσα στο ράσο των ανθρώπων αυτών, αφού σύμφωνα με τον Αλμπέρ Καμύ: ‘δεν υπάρχει αλήθεια που να μην κουβαλά μαζί την πίκρα της‘.
Μοναστήρια που μοιάζουν να μετρούν τα κύματα κι ένα μελίσσι πολύβουο τα χρώματα που ο φωτογραφικός φακός έχει απαθανατίσει. Πράσινα, κεραμιδί ιώδη, γαλάζια, χρυσαφιά, μελιά και ώχρες εναλλάσσονται καταιγιστικά μέσα στις σελίδες του λευκώματος και στοιχειοθετούν όλα μαζί το αυτονόητο, το μερδικό τους στην απαράμιλλη ομορφιά!
Χρώματα που γυαλίζουν στον ήλιο, άνθη που φλυαρούν ακατάπαυστα, καταπράσινα δέντρα σε όλες τις αποχρώσεις του πράσινου τόνου και όλα αυτά κάτω από έναν περίλαμπρο ουρανό, που ορίζει την αξιομισθία της ομορφιάς και συγκροτεί την απόλυτη ελευθερία της  διαύγειας.
Αυτό όμως που εντυπωσιάζει είναι ότι σε όλες τις φωτογραφίες του λευκώματος αυτού που περιγράφουν είτε σκηνές της καθημερινής ζωής των μοναχών είτε τη φύση που οργιάζει στο τοπίο, αυτό που τελικά προσλαμβάνει κανείς είναι εξύμνηση της κατάνυξης, η ομορφιά της σιωπής, η ποίηση της ικεσίας. Άλλωστε η ποίηση είτε ως λόγος είτε ως εικόνα περισώζει τη φαντασία και ο Δημήτρης Ταλιάνης τη χρησιμοποιεί για να καταδείξει ως δεσπόζουσας σημασίας την αισθητική της αξία. Αποτυπώνει την οπτική πληροφορία και δημιουργεί συνθέσεις με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, με μια ποιητική διάθεση θέασης των πραγμάτων, αντίθετη με τον ορθολογισμό της ζωής και με την απόλυτη αίσθηση της αμεσότητας.
Ο Τολστόι έλεγε ότι όλη η ομορφιά της ζωής αποτελείται από φως και σκιά και ο Δημήτρης Ταλιάνης εκμεταλλεύεται κάθε ικμάδα φωτός κάθε σκιά που παιχνιδίζει και αυτομάτως τα μετατρέπει σε πρωτογενές υλικό της τέχνης του για να προκαλέσει την αισθητική συγκίνηση του θεατή του και τελικά την αισθητική ωρίμανση του που καλλιεργείται σταδιακά μέσα από μια μορφική ανασύνθεση των πραγμάτων.
Με άξονα το φως και την τελική του αποτύπωση επάνω σε μια προσφερόμενη χάρτινη επιφάνεια ο Ταλιάνης δεν στέκεται μόνο στην καταγραφή κάποιων στιγμών όπως ίσως μερικοί να νομίζουν. Αυτό που μοιάζει να τον ενδιαφέρει πρωτίστως είναι να αποτυπώσει ταυτόχρονα τη μεταφυσική αγωνία των μοναχών. Ο φωτογράφος γίνεται ένα μαζί τους, συμμετέχει στα πανηγύρια τους, στις λειτουργίες τους και αφουγκράζεται τις σιωπές τους, βιώνει μαζί τους τα ξενύχτια τους, περπατάει στα πέτρινα καλντερίμια των μοναστηριών τους, ακούει τις φωνές τους και μελετά τις αντιδράσεις τους, μετατρέποντας έτσι σε εικόνα την ποιότητα της νοσταλγίας τους και αυτός είναι ο καθοριστικός λόγος που αυτό το έργο του είναι τόσο σημαντικό. Είναι χαρακτηριστική η φωτογραφία άλλωστε που επέλεξε για εξώφυλλο του βιβλίου. Ένας μοναχός απέναντι στη γαλανή ελευθερία του ορίζοντα με τη σκέψη στραμμένη προς το θαλασσινό φως, μοιάζει να λέει: Μόνος απέναντι στο πέλαγος! Να αποκρυπτογραφώ την θαλασσινή ομορφιά κι η ζωή μου να παίρνει κάτι από τον αγέρα της!








Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

Τις νύχτες έπαιζε με τις σκιές από τον Δημήτρη Κώτσο

ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΕΙΣ ΤΑΝ ΠΟΛΙΝ/ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ